Μην τρως τη μαμά μου!

«Μην τρως τη μαμά μου!», λέει θυμωμένη η Ρηνούλα στο νεογέννητο αδερφό της. Ανησυχεί μήπως η μαμά αρρωστήσει έτσι ταλαιπωρημένη που είναι από την εγκυμοσύνη. Αλλά ο «Βεντουζάκης» την αγνοεί. Κάθε τρεις και λίγο κολλημένος στο στήθος της μαμάς βρίσκεται…Θα καταφέρει η Ρηνούλα να του βάλει μυαλό; Μια τρυφερή ιστορία για την αδερφική σχέση και για την αξία του μητρικού θηλασμού, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις: Παπαδόπουλος με την υπέροχη εικονογράφηση της Ναταλίας Καπατσούλια.

Η αγαπημένη φίλη, εκπαιδευτικός και συγγραφέας Κατερίνα Τζαβάρα έγραψε για το βιβλίο μου αυτό:

“Έψαχνα καιρό και πειραματιζόμουν με διάφορες τεχνικές στη σχολική πρακτική για να απαλύνω την ανησυχία των μαθητών μου που περίμεναν την άφιξη των νέων μελών στην οικογένεια. Ο τρόμος για το άγνωστο που θα έρθει και θα κλέψει όλη την προσοχή της μαμάς μαζί με τη φυσική περιέργεια και αγωνία για το καινούργιο πλασματάκι, το αδερφάκι τους, είχε φέρει αναταραχή στις ισορροπίες της ομάδας μέσα στην τάξη αλλά, κυρίως, ταλαιπωρούσε συναισθηματικά τα ίδια τα παιδιά. Και τότε παίρνω στα χέρια μου το βιβλίο της Εύης Τσιτιρίδου – Χριστοφορίδου.

«Μην τρως τη μαμά μου!», μια φράση που συμπυκνώνει εύστοχα το θυμό και τους προβληματισμούς των μικρών παιδιών για το μητρικό θηλασμό. Η Ρηνούλα είναι ένα κοριτσάκι που έχει αδυναμία στη μαμά της, αλλά και μια βαθιά, ουσιαστική επικοινωνία μαζί της, όπως μας αποκαλύπτει η συγγραφέας με την ιστορία της. Είναι γλυκιά και τρυφερή, αλλά μπροστά στο θαύμα της φύσης, τη γέννηση και το θηλασμό, κρατά τις επιφυλάξεις της και βιώνει αυτό το μπέρδεμα σκέψεων-εικόνων-συναισθημάτων που βιώνουν και οι ίδιες οι γυναίκες που φέρνουν στον κόσμο ένα παιδί μαζί με κόπο, πόνο, χαρά, αγωνία και περηφάνια.

Βρίσκει έναν ευφάνταστο τρόπο, από αυτούς που τα παιδιά αγαπούν και τόσο «εύκολα» κατασκευάζουν, για να δηλώσει τις αντιρρήσεις της για τον πόνο που προκαλεί ο μπέμπης στη μανούλα της, τον μαλώνει, του θυμώνει…ώσπου, στο τέλος, η συγγραφέας παρουσιάζει τη λύση του «προβλήματος» με έναν, επίσης, ευφυή και πρωτότυπο τρόπο, που κλείνει τρυφερά την ιστορία. Αν και στην πραγματική ζωή, τα παιδιά δεν έχουν, συνήθως, αυτή την ώριμη αντιμετώπιση της Ρηνούλας που κατανοεί και συνδιαλέγεται με το πρόβλημα και τη μητέρα της, ωστόσο είναι ενθαρρυντικό και καταπραϋντικό να διαβάζουμε/διαβάζουν τα παιδιά για θετικά πρότυπα και μοντέλα, θετικές αξίες και αισιόδοξες στάσεις ζωής σε ρεαλιστική βάση.

Η ιστορία αυτή αξιοποιήθηκε ώστε να κάνουμε μια μεγάλη κουβέντα με τους μαθητές μου, να ανατρέξουμε όλοι σε παλιές φωτογραφίες και συναισθήματα που νιώσαμε όταν απειληθήκαμε από τον ερχομό των αδερφών μας, ή όταν χάσαμε τα πρωτεία στο ντάντεμα της οικογένειας, ή όταν νιώθαμε άβολα μπροστά στο θηλασμό. Η ανάγνωση του βιβλίου στάθηκε αφορμή να αποκαλυφθούν οι αγωνίες μας, οι ζήλιες αλλά και τα κενά που είχαμε σε επίπεδο σωστής πληροφόρησης. Οι μαθητές μου αγάπησαν τη Ρηνούλα και τον Βεντουζάκη σαν αδέρφια τους και στα μιμητικά τους παιχνίδια, αργότερα, υποδύονταν συχνά τους αντίστοιχους ρόλους, προσθέτοντας συμβουλές, παροτρύνσεις, οδηγίες για τη φροντίδα των μωρών κι όλα αυτά τα γοητευτικά σχόλια που μας χαρίζει απλόχερα η αφοπλιστική ειλικρίνεια των παιδιών.

Προσωπικά, ως εκπαιδευτικός αλλά, κυρίως, ως γυναίκα βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την επιλογή της συγγραφέα να παρουσιάσει τη μητέρα ως πρότυπο σταθερότητας στη σχέση της με τα παιδιά της. Δεν βλέπουμε τη μαμά που «καλοπιάνει» τη μεγάλη της κόρη και της κάνει χατίρια για να την ξεγελάσει, αλλά μια γυναίκα που δείχνει ενδιαφέρον και ψυχραιμία στις διαφορετικές ανάγκες και προτεραιότητες των παιδιών της. Αμφιβάλλω αν τα παραδείγματα αυτά αφθονούν στην ελληνική κοινωνία, σήμερα, αλλά γι’ αυτό υπάρχει η Λογοτεχνία, να μας αφυπνίζει, να μας συμβουλεύει τρυφερά, όπως τόσο χαριτωμένα το καταφέρνει αυτό το βιβλίο”.

Κατερίνα Τζαβάρα, Εκπαιδευτικός – Συγγραφέας