Κιβωτός

Να είχα μία Κιβωτό άτρωτη και μεγάλη
που ν’ αρμενίζει άφοβα μες στην ανεμοζάλη.
Να σώζονται στ’ αμπάρια της ζώα φυτά κι ανθρώποι
σαν παίζουν χθόνιοι καιροί με τη ζωή μας τόπι.

Να είναι ο Δευκαλίωνας στην πλώρη καπετάνιος
κι ο αγώνας του ακατάβλητος, ωραίος και τιτάνιος.
Να έχει για μηχανικό το Νώε διπλοβάρδια
με πίστη ατσαλόβεργα μέσα στα φυλλοκάρδια.

Σιμά τους οι γυναίκες τους άγρυπνες Παναγίες
για ν’ αγκαλιάζουν στοργικά φόβους κι απελπισίες.
Κι όταν κοπάσει το Κακό, σαν άσπρο περιστέρι
να βρω αγάπη και στεριά μες στου Θεού το χέρι.