Της ακρογιαλιάς

Εγώ θα σου χαμογελώ από το φάρο.
Θα είμαι απανεμιά για κάθε γλάρο.
 
Εσύ μονάχα θάλασσα να υφαίνεις.
Σ’ αθάνατου ανθό να ξαποσταίνεις.
 
Δεν θέλω να σκαλώνω στα σκοτάδια
που ορίζουν όσοι έχουν μάτια άδεια.
 
Θέλω μονάχα θαλασσόκρινος να γίνω,
στο ακρογιάλι ένα χάδι ν’ απομείνω.
 
Και πλάι σε μια προγιαγιά χελώνα
να προσπαθήσω τον δικό μου τον αγώνα.
 
Με σύμμαχο τον ρόδινο αστερία
κι έναν τσαχπίνη, φυκοφάγο καρχαρία.
 
Με ναυαρχίνα μια γενναία καβουρομάνα
που διαφεντεύει της αλμύρας την αλάνα.
 
Και κολλητή μου μια αλιώτιδα που ξέρει,
ν’ ακούει όσα δεν προφταίνει το αγέρι.