Τώρα μ’ ακούς;

Τώρα μ’ ακούς;
Αιώνες σου ψιθύριζα παραλογές
μήπως σταθείς για μια στιγμή να μ’ αντικρίσεις,
να μοιραστείς το αρυτίδωτο φιλί μου.
Μα εσύ είχες σε βάθος άπατο ποντιστεί,
κάτω απ’ την κρούστα διαδρομής πεπατημένης.

Τώρα μ’ ακούς;
Μόνο η δική μου η φωνή, λες, ανασαίνει
έξω απ’ την πόρτα σου τη διπλοκλειδωμένη.
Μα τι φοβόσουν και τη φόρτωσες λουκέτα;
Μήπως τ’ αγιόκλημα, την πάχνη, το τριζόνι;
Ή τη Γοργόνα που κοιμάται πάντα μόνη;

Τώρα μ’ ακούς;
Δεν ξεπορτίζεις πια στητός και ατσαλάκωτος
με τη μεταξωτή θηλιά σφιχτή στον τράχηλό σου.
Τι ωφελεί στα καταφύγια να υποκρίνεσαι
πως δίχως λεπτοδείκτη στους σφυγμούς σου
η ανέστιά σου η ζωή καλπάζει αμέτρητη;

Τώρα μ’ ακούς;
Βαλσαμωμένος με μεμβράνη πλαστική έδειχνες άτρωτος.
Κάθε ξημέρωμα λάβωνες την Κερκόπορτα
και δεν υπήρχε μέλος που να σ’ έβγαζε
έστω για μια στιγμή απ’ τα γνώριμα νερά σου.
Οι αριθμοί ήταν η Τροία κι η Ιθάκη σου:
τα ποσοστά, οι αναλογίες, οι καταθέσεις.

Τώρα μ’ ακούς;
Φεγγαροξέφτια μόνο έχω ενδυθεί και γιασεμιά
και καρτερώ εγκαταλειμμένη την Αγάπη μου.
Δεν έχω τίποτα για να τη δελεάσω να υποκύψει
και να προβάλει επιτέλους στο κατώφλι της,
μην κι ακραγγίξω την ουλή στο μέτωπό της.
Αυτήν που έκρυβε σε κάθε έξοδό της.

Δεν έχω τίποτα, μονάχα Είμαι πια.
Εκείνη που πλέον ανεμπόδιστα ακούς
και πίσω από τις σφαλιστές σου γρίλιες την ποθείς τρελά
τρεις τα χαράματα άγρυπνος,
φορώντας την σκισμένη φανέλα με την Άρκτο τη μικρή.
Ό,τι σου έμεινε από κάποια παράφορη εκδρομή.

Δεν έχω τίποτα, μονάχα Είμαι πια.
Η Νύχτα, εγώ, με την απόλυτη, απόκοσμη σιγαλιά.
Πλανιέμαι ολομόναχη στην ερημιά
και περιμένω να μ’ αδράξετε ξανά.

Το τραγούδι αυτής της ημέρας. Και κάθε νύχτας: https://www.youtube.com/watch?v=wU8OALWAXsg