Η Γελούσα Παναγιά

Βαθιά στην αρχή του κόσμου,
εκεί όπου ορθώνεται αγέρωχη η πολιτεία των βράχων,
καρσί στις απόκρυφες αετοφωλιές, στα λαξευμένα πετροκάραβα και στις αδάμαστες σπηλιές,
στέκομαι αιώνες τώρα ορθή
με το Φως μου αγκαλιά και σας χαμογελώ.

Εσείς παραξενεύεστε. Θαυμάζετε. Ανησυχείτε ίσως και λίγο.
Μα που ακούστηκε να μειδιά η Παναγιά!
Λέτε και συνωστίζεστε σαν πεινασμένα περιστέρια
στο ξεχασμένο από τους χορτασμένους και τους αδαείς ξεροκόμματο ελπίδας.
Να ερευνήσουμε, αποφαίνεστε, ετούτη την παρασπονδία.
Να αποδείξουμε πως είναι οφθαλμαπάτη, ουτοπία.
Δεν έχει λόγους να χαμογελά η Παναγιά.
Νεογέννητους ακόμη τους σφαγιάσαμε με μάχαιρα ακαταπόνητη.
Πριν ξετσουμίσουν τα φυντάνια τους, τους παραδώσαμε στην άσβεστη πυρά περιχαρείς.
Τους περγελάσαμε μέχρι δακρύων ενώπιον ειδώλων, θεών και δαιμόνων.
Τους αφαιρέσαμε κάθε ικμάδα ακατανόητης αλήθειας.
Εκλογικεύσαμε κάθε ανάερή τους έκφραση.
Τους ξεπουλήσαμε σε αυλές, σε αγορές, σε οίκους ενοχής.
Πετάξαμε στους λερωμένους μας απόπατους το υπερκόσμιο άσμα τους.
Κι όταν για άσυλο εκλιπάρησαν, τους αποπέμψαμε ανεπιστρεπτί στα Τάρταρα, στον Άδη.
Τα καταφέραμε, κομπάζετε.
Δεν έχει λόγους να χαμογελά η Παναγιά.

Μα εγώ σιωπώ.
Κι αιώνες τώρα με το Φως μου αγκαλιά
στην πλευρά του στήθους που απαγκιάζει η καρδιά,
ίσια στα μάτια σας κοιτώ.
Κι απλώς χαμογελώ.

Η “Γελούσα Παναγιά”, “Μοναστήρι των Ανάργυρων”, Νίγδη, Καππαδοκία.

 

This entry was posted in Χωρίς κατηγορία by evita68. Bookmark the permalink.