«Σιγά τα Κάστανα!», είπε το Κυδώνι…

Ήταν Σάββατο, λίγο μετά τα μεσάνυχτα όταν ξύπνησα από έναν επίμονο, «μουρμουριστό» θόρυβο. Ανακάθισα στο κρεβάτι με τα μάτια μισόκλειστα ακόμη από τη νύστα και άρχισα τις υποθέσεις. Μήπως ροχάλιζε ο γείτονας; Μήπως κολάτσιζε με τα τραγανά παξιμαδάκια μου κανένας ποντικός; Μήπως εισέβαλαν εξωγήινοι στο σπίτι; Η τελευταία αυτή σκέψη με ξύπνησε για τα καλά. Σηκώθηκα, άδραξα για καλό και για κακό τη χνουδωτή μου παντόφλα και νυχοπατώντας σα γατάκι, ετοιμάστηκα να αντιμετωπίσω το μυστήριο. «Βαγγελίτσα, δείξε θάρρος», είπα στον εαυτό μου και με προφυλάξεις κομάντο…τσακ! άναψα το φως στην κουζίνα. Τότε…

ΚΑΣΤΑΝΟ: Στάσου καλέ, μας στράβωσες!

ΚΥΔΩΝΙ: Ποια είναι αυτή; Πέσαμε σε λιγούρη υπνοβάτη; Ή μήπως επέστρεψε από πιτζάμα πάρτι;

ΚΑΣΤΑΝΟ: Σιγά να μην είναι ο δολοφόνος με την παντόφλα! Η Βαγγελίτσα είναι, η σπιτονοικοκυρά, με μάτια σαν του βατράχου γουρλωτά. Μάλλον ξαφνιάστηκε που μας είδε.

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Ποιοι είστε πάλι εσείς και τι δουλειά έχετε στην κουζίνα μου; Μάτι να κλείσω δεν μπορώ!

ΚΑΣΤΑΝΟ: Είχαμε δώσει ραντεβού στη φρουτιέρα Νοέμβρη μήνα, όπως κάθε χρόνο και τα λέγαμε με το σύντεκνο από δω, το Κυδώνι…Χίλια συγνώμη αν σε ξυπνήσαμε.

ΚΥΔΩΝΙ: Σιγά τα κάστανα! Το ψυγείο γουργουρίζει κάθε τρεις και λίγο, μηχανάκια μαρσάρουν, σκυλιά γαβγίζουν, μωρά τσιρίζουν, εμείς την ενοχλήσαμε; Δε φτάνει που τα καταφέραμε και βρεθήκαμε και φέτος…

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Γιατί το λες αυτό;

ΚΥΔΩΝΙ: Ρώτα τη μαμά σου που μας αγόρασε από τη λαϊκή. Ευρώ δεν της έμεινε στο πορτοφόλι και πολύ ανησυχούμε όλοι.

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Όλοι; Ποιοι, δηλαδή;

ΚΑΣΤΑΝΟ: Κυδώνια, κάστανα και μήλα, αχλάδια, βύσσινα, σταφύλια, που μας ψωνίζουν οι κυράδες και φτιάχνουν γλυκά και μαρμελάδες!

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Δεν τρέχει κάστανο! Οι περισσότερες κυρίες σήμερα κάνουν ή καριέρα ή δίαιτα, ή και τα δυο αυτά μαζί. Οπότε δεν συμπαθούν τα γλυκά…

ΚΥΔΩΝΙ: Σωστά! Αλλά τι φταίνε τα παιδιά που κοντεύουν να μη μας αναγνωρίζουν πια; Εμένα, ειδικά, με περνάνε για αχλάδι και αν με δαγκώσουνε ωμό, στυφό με ανεβάζουνε, ξινό με κατεβάζουνε. Ποιόν; Εμένα που υπήρξα το αγαπημένο φρούτο της πεντάμορφης θεάς Αφροδίτης. Που με τρώνε οι νιόπαντροι την πρώτη νύχτα του γάμου τους, για να είναι πάντα γλυκαμένοι!

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Ώστε εσύ ήσουν το «κυδώνιον μήλο», που έδωσε ο Πάρης στη θεά Αφροδίτη και έκανε την Ήρα και την Αθηνά πυρ και μανία; Εξαιτίας σου άναψε ο πόλεμος στην Τροία; Ωραίο φρούτο!

ΚΑΣΤΑΝΟ: Εμένα οι αρχαίοι με έλεγαν «Διός βάλανο», γιατί ήμουν ο καρπός-σύμβολο του πατέρα των θεών. Ξέρεις πόσοι τόποι στην Ελλάδα πήραν προς τιμή μου τ’ όνομά μου; Άνοιξε το χάρτη και μέτρα τις Καστανιές, τις Καστανίτσες και τα Καστανοχώρια. Ως και γιορτές οργανώνουν για χάρη μου!

ΚΥΔΩΝΙ: Μήπως εγώ δεν είμαι αρκετά δημοφιλές; Για ψάξε να με βρεις στην Κρήτη! Άσε που κυκλοφόρησα παντού στολίζοντας τα αρχαία νομίσματα της Μήλου.

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Αν δεν κάνω λάθος, η Κυδωνιά μας ήρθε από την Περσία. Η Καστανιά από που κατάγεται;

ΚΑΣΤΑΝΟ: Δώδεκα είδη οι καστανιές, δεντράκια φυλλοβόλα κι αφού ρωτάτε, θα σας πω τα μυστικά τους όλα! Έχει καστανιές Κινέζες, Ευρωπαίες, Γιαπωνέζες, έχει και Αμερικάνες, αλλά είναι στραβοκάνες! Χι χι χι, μπορεί εγώ να γεννήθηκα στο Πήλιο, αλλά τρελαίνομαι για μαντινάδες!

ΚΥΔΩΝΙ: Και για κουζουλάδες!

ΚΑΣΤΑΝΟ: Η μαμά μου είναι η Ευρωπαϊκή Καστανιά, τριάντα μέτρα ψηλή, με ολόισιο κορμί και φύλλα στενόμακρα και πριονωτά. Ξέρετε ότι απαντάται στη Μεσόγειο από την Εποχή του Χαλκού;

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Κάπου είχα διαβάσει ότι δεν μπορεί να φυτρώσει κάτω από τα 240 μέτρα.

ΚΥΔΩΝΙ: Ναι, πάσχει από…κοντοφοβία η καημένη! Γιατί δε λες, Κάστανο, ότι είσαι τόσο άτακτο που η κυρά Καστανιά σε κρατάει κλεισμένο σε μια ξυλώδη…φασκιά με αγκάθια πυκνά και μυτερά; Μόνο όταν, κατά τα μέσα του φθινοπώρου, βεβαιωθεί ότι ωρίμασες, η φασκιά ανοίγει στη μέση και ελευθερώνεσαι. Αλλά και πάλι σε προστατεύει το σκληρό, καφέ σου περίβλημα.

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Πες τα, βρε Κυδώνι! Κι έχει και μια φλουδίτσα εσωτερική, σα χνουδωτό φανελάκι, που πολύ παιδεύει τις νοικοκυρές όταν το καθαρίζουν.

ΚΑΣΤΑΝΟ: Παρ’ όλ’ αυτά μου τραγουδούν «Το κάστανο θέλει κρασί και το καρύδι μέλι κι η όμορφη θέλει φιλί πρωί και μεσημέρι»! Συχνά μου κάνουνε καντάδες -το βρήκατε- κι οι καστανάδες! Κόσμος πολύς αγαπά την κυρά Καστανιά: όσοι από το ξύλο της φτιάχνουνε βαρέλια, έπιπλα μα και μαδέρια, χαρτοπολτό, καλάθια, σανίδες, πασσάλους και δοκάρια. Ας είν’ καλά τα παλικάρια! Άλλοι φίλοι της καλοί είναι οι φαρμακοποιοί: διάρροια, βήχα, πυρετό, με τα φύλλα της και το φλοιό, τα γιατρεύει στο λεπτό!

ΚΥΔΩΝΙ: Ξέχασες τους ζαχαροπλάστες και τους μαγείρους, που μας λατρεύουν. Δε θέλω να περιαυτολογήσω, Βαγγελίτσα μου, αλλά μαγειρεύομαι καταπληκτικά με κρέας και γίνομαι πεντανόστιμο ζελέ, κυδωνόπαστο και γλυκό του κουταλιού. Θα ξετρελαθείς αν με δοκιμάσεις με μέλι, γιαούρτι ή παγωτό καϊμάκι! Φαντάσου ότι στην αρχαιότητα ο γιατρός και φιλόσοφος Διοσκουρίδης προέτρεπε τους ασθενείς του να διατηρούν φετούλες κυδωνιού σ’ ένα βαρελάκι γεμάτο μέλι. Τις έτρωγαν λίγες λίγες και γίνονταν τούρμπο! Δυνάμωνε ο οργανισμός τους και ειδικά το συκώτι και τα νεφρά τους.

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Έχω ακούσει πως τα κυδωνοκούκουτσα χρησιμοποιούνται στην παρασκευή καλλυντικών για υγιή και καθαρή επιδερμίδα.

ΚΑΣΤΑΝΟ: Ναι, ναι! Τα παλιά χρόνια, μάλιστα, οι τραγουδιστές συνήθιζαν να τα μουλιάζουν σε νερό και να κάνουν γαργάρες, για να φροντίσουν τις φωνητικές τους χορδές!

ΚΥΔΩΝΙ: Κάστανο έχω δει ψητό και βραστό, γλυκό και ζαχαρωτό, όπως και γαρνιτούρα ή πουρέ, ακόμη και τουρσί. Αλλά κάστανο μορφωμένο πρώτη φορά βλέπω!

ΚΑΣΤΑΝΟ: Χο χο χο, πως γελάσαμε μ’ αυτό! Ακούστε και το άλλο: Είναι στυφό και στρουμπουλό και μπαίνει και στο φαγητό. Εγώ του παίζω καστανιέτες και μου χορεύει πιρουέτες! Αχ, το γλυκό μου το Κυδώνι, σαν το τρώω πως με λιγώνει!

ΚΥΔΩΝΙ: Αμάν βρε Κάστανο, το μυαλό σου είναι στο χάχανο!

ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Λοιπόν, έχετε γούστο και τα δυο! Το πρωινό μαζί σας ήταν τόσο διαφορετικό… Χαλάλι το ξύπνημα απ’ τα μαύρα χαράματα. Μόνο που μου άνοιξε η όρεξη για γλυκό. Μα που έκρυψε η μαμά μου εκείνο το βάζο με το κυδώνι; Μήπως να έπαιρνα για κολατσιό στο σχολείο μια χούφτα ψητά κάστανα;